Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Το ξεχάσαμε κι αυτό


Αντίο, χωρίς πρωτόκολλα, της Αντιγόνης Πόμμερ


«Αντίο Jenny και Spotty
Σήμερα το μεσημέρι περί την ώρα 14:00 οι φροντιστές διαπίστωσαν έξοδο ζώων του Πάρκου μας από τον ελεγχόμενο χώρο φύλαξης τους…».

Κάπως έτσι ξεκινούσε το δελτίο τύπου του Αττικού Ζωολογικού Πάρκου.
Μια αποτυχημένη ανακοίνωση με επίκληση στο συναίσθημα από τις πρώτες κιόλας λέξεις.
Jenny και Spotty, δεν είναι πρώτη φορά που σας σκότωσαν.  Η πρώτη φορά ήταν τότε που σας αιχμαλώτισαν και σας έφεραν στο «φυσικό σας περιβάλλον» στα… Σπάτα. Από εκείνη τη μέρα και για περίπου 12 χρόνια, όπως λέει ο ιδιοκτήτης του πάρκου, κύριος Λεσουέρ για τη διάρκεια της κράτησής σας, πεθαίνατε μέρα με τη μέρα.

Η σκηνή της απόδρασης μοιάζει με κινηματογραφική ταινία. Μια αντιλόπη που ξέφυγε  (κι αυτή) την ώρα της μεταφόρτωσής της για άλλο ζωολογικό κήπο, έπεσε τρέχοντας στη τζαμαρία που σας κρατούσε φυλακισμένους. Η ρωγμή που προκλήθηκε από τις οπλές της αντιλόπης, σας χάρισε λίγα λεπτά ελευθερίας. Κάνατε το μεγάλο βήμα, βγήκατε τη βόλτα που πάντα ονειρευόσαστε. Κινηθήκατε γρήγορα, λες και την περιμένατε αυτή τη στιγμή∙ να σπάσει το γυαλί που σας χώριζε από τον έξω κόσμο. Δεν είχατε ιδέα για το αυστηρό πρωτόκολλο που θα μιλούσε ο κύριος Λεσουέρ στους δημοσιογράφους. Αυτό το πρωτόκολλο που απαιτούσε τη θανάτωσή σας σε περίπτωση απόδρασης. Ούτε για τις ασκήσεις που προετοιμάζουν τους υπαλλήλους του πάρκου να σας σκοτώσουν, αν εσείς μια μέρα αποφασίζατε να ζήσετε ελεύθεροι.  

Τα είπε όλα αυτά χωρίς καμία ντροπή. Αντιμετώπισε τον κόσμο που ξεσηκώθηκε με την κλασική φράση που προτείνουν οι υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων «Έχετε δίκιο, μα το κάναμε για το καλό του κόσμου» και κάποιοι συμφώνησαν. Κι εγώ μαζί τους, εν μέρει. Έχω τη λογική να καταλάβω ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή τη δεδομένη στιγμή. Και με βαριά καρδιά λέω ότι έτσι έπρεπε να γίνει.
Όμως, δεν θα με βρείτε σύμφωνη με τον πρώτο σας θάνατο. Αυτόν τον θάνατο τον καθοριστικό. Η μεταφορά σας από τον τόπο σας στην αιχμαλωσία, με μοναδικό σκοπό το κέρδος. Τριτοκοσμικές αντιλήψεις για πάρκα που κρατούν στην αιχμαλωσία, εκτός από σας Jenny και Spotty, εκατοντάδες άλλα είδη που σίγουρα δεν είναι η πατρίδα τους τα Σπάτα. Και μη μου μιλήσει κανείς για ιδανικές συνθήκες διαβίωσης, γιατί η φυλακή είναι πάντα φυλακή.

Jenny και Spotty, ντρέπομαι κάτι τέτοιες στιγμές που ανήκω στο ανθρώπινο είδος. Ντρέπομαι όταν διαβάζω ότι ο μοναδικός εχθρός του είδους σας είναι ο άνθρωπος. Πόσο πιο δημιουργικοί θα μπορούσαμε να γίνουμε αν αντί να σας χαζεύουμε πίσω από μια τζαμαρία να ασφυκτιάτε, μαθαίναμε την ιστορία σας, τους μύθους που έχουν γραφτεί για εσάς. Για τον τρόπο που ζείτε, που αναπαράγεστε, για τα χρώματα που έχετε στη γούνα σας, αντί να χτυπάμε σαν ηλίθιοι το γυαλί που μας δίνει εξουσία απέναντί σας. Σκεφτείτε τα παιδιά μας που η φαντασία τους θα αποκτούσε άλλες διαστάσεις με τη γνώση.

Jenny και Spotty εύχομαι να βρήκατε την ελευθερία που αποζητούσατε εκείνο το μεσημέρι. Μπορεί να κράτησε μόνο λίγα λεπτά, αλλά είμαι σίγουρη ότι νιώσατε τη γεύση της πριν αποκοιμηθείτε.
Υπάρχουν ιστορίες που μιλούν για ανθρώπους που περπατούσαν χιλιόμετρα μέσα στο δάσος και πίσω τους ακολουθούσαν μοναχικοί ιαγουάροι. Που ο μοναδικός τους σκοπός ήταν να οδηγήσουν τους ανθρώπους μακριά από τις περιοχές τους και όχι να τους επιτεθούν. Τέλος, υπάρχουν και ιστορίες για ιαγουάρους που έβγαιναν από το δάσος και πήγαιναν να παίξουν με τα παιδιά των ινδιάνων. Ανάμεσα σε δεκάδες ιστορίες και μύθους για αυτό το είδος επέλεξα να σας αφηγηθώ ένα μύθο λοιπόν που λέει πολλά. Τον αφιερώνω στους αναγνώστες, στα δύο τζάγκουαρ, αλλά και στον κύριο Λεσουέρ. Πρόκειται για ένα μύθο που έρχεται από την Νότιο Αμερική.

Κάποτε, τα πολύ παλιά χρόνια, το Τζάγκουαρ που ήταν Αφέντης της Φωτιάς, έτρωγε το κρέας του ψημένο, ενώ οι άνθρωποι το έτρωγαν ωμό. Το Τζάγκουαρ με τα φλεγόμενα ρουθούνια και τα μυτερά δόντια του, ήταν ένα ισχυρό ον και ένας πολύ καλός κυνηγός που είχε τόξα και βέλη. Μια μέρα συνάντησε έναν άνθρωπο στη ζούγκλα, φτωχό και πεινασμένο και τον λυπήθηκε. Τον πήρε στο σπίτι του, όπου υπήρχε ζεστασιά από τη φωτιά που έκαιγε. Το ψημένο κρέας είχε μια υπέροχη και πρωτόγνωρη μυρωδιά για τον άνθρωπο. Έφαγε πεινασμένα. Το Τζάγκουαρ έδειξε όλη του τη γενναιοδωρία στον άνθρωπο. Του έδωσε όπλα και τον δίδαξε να κυνηγάει με τόξα και βέλη. Ο άνθρωπος αυτός κάποια στιγμή, σκότωσε τη γυναίκα του Τζάγκουαρ και έκλεψε τη φωτιά.
Από τότε, οι άνθρωποι φοβούνται την οργή του άγριου αιλουροειδούς που έζησε μόνο του στη ζούγκλα, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να εκδικηθεί.

Αντίο Jenny και Spotty, έτσι απλά, γιατί στη θανάτωσή σας δεν χωράνε δικαιολογίες ούτε πρωτόκολλα.