Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

Συγκατοίκηση με ένα δράκο



Ένιωσα το κάψιμο στην πλάτη μου και κατάλαβα ότι ο δράκος είχε βγει από την κρυψώνα του. Σουρούπωνε, μα οι φλόγες που πέταγε από τη μύτη του δεν πρόσθεταν περισσότερο φως, παρά μόνο θερμοκρασία. Κάρφωσα το βλέμμα μου στο δικό του. Κατέβασε τα βλέφαρά του και κοίταξε προς το πάτωμα. Του είχα εξηγήσει χιλιάδες φορές ότι έπρεπε να ξεπεράσει τα πρωτόγονα ένστικτά του.
Την μέρα που τον ανακάλυψα, ήταν μια σταλιά. Ίσα ίσα που έβγαζε από τη μύτη του λίγο ζεστό αέρα, κάτι σαν αερόθερμο. Ήταν πολύ μικρός για να του εξηγήσω ότι δεν είχε δικαίωμα να βρίσκεται σε αυτό τον χώρο που μου ανήκε, πως παραβίαζε τις πύλες της ψυχής μου και πως έπρεπε να φύγει. Η αλήθεια ήταν πως δεν τον φοβήθηκα. Θα έλεγα μάλιστα ότι τον έβρισκα χαριτωμένο.
Σούφρωσε τα χείλια του, δείχνοντας μεταμέλεια. Χαμήλωσε τη μύτη και άφησε τις τελευταίες φλόγες που τρεμόπαιζαν στα ρουθούνια του να σβήσουν, ενώ ένα μικρό μαύρο καπνάκι αιωρήθηκε στον αέρα. Με πλησίασε με αυτά τα πηδηχτά βήματα που του έδιναν την χάρη ενός μπαλονιού και σε έκαναν έστω και για λίγο να τον συμπαθήσεις. Στάθηκε μπροστά μου με σφιγμένα τα χειλάκια, περιμένοντας την τιμωρία του. Ποτέ δεν τον τιμώρησα. Άνοιγα διάλογο μαζί του. Προσπαθούσα να του εξηγήσω πως δεν είχε το δικαίωμα να καίει τα σωθικά μου. Και κάθε φορά συμφωνούσε ή απλά μου έλεγε ότι τον προκάλεσα εγώ.
Ήταν δύσκολο να συγκατοικούμε μέσα στο ίδιο κορμί. Δεν έφταιγε αυτός που είχε γεννηθεί δράκος, δεν ήξερε καν τι ρόλο θα έπαιζε στη ζωή μου. Δεν γνώριζε πως ήταν κακός και δεν τον ήθελε κανείς. Θέλησα να τον αλλάξω.  Όταν εγκαταστάθηκε μέσα μου, σκέφτηκα να τον αγκαλιάσω, μήπως και μετριάσω το μένος του. Η αλήθεια ήταν ότι μου κακοφάνηκε, γιατί ούτε καν με ρώτησε για αυτή την συγκατοίκηση. Σύντομα κατάλαβα ότι δεν θα έφευγε ποτέ. Έτσι, τον φρόντισα, τον κανάκεψα μήπως και καταφέρω να μείνει μικρός. Να μην μεγαλώσει ποτέ. Του έμαθα να αγαπά, να μοιράζεται, του εξήγησα πόσο σημαντικό είναι να είσαι συντροφιά με κάποιον. Του έμαθα να είναι τρυφερός, ρομαντικός. Και πίστεψα ότι τα είχα καταφέρει. Του κάλυψα όλες τις ανάγκες, για να είναι ήρεμος, χωρίς να μου το ζητήσει. Το μόνο που του ζήτησα ήταν να σταματήσει να βγάζει φωτιές από τη μύτη του και να με καίει. Το παλέψαμε πολύ για να το πετύχουμε. Κάθε βράδυ μία ώρα συνεδρία. Εγώ και ο δράκος μου. Πίστεψα ότι τα είχαμε καταφέρει.
Δυσκολεύτηκε στην αρχή, πολλές φορές δεν κατάφερε να χαλιναγωγήσει την επιθυμία του να κάψει κάτι. Όμως το πάλευε και όταν πια είχαμε πιστέψει και οι δύο ότι μπορούσαμε να συνυπάρχουμε χωρίς να ενοχλεί ο ένας τον άλλον, ήρθε η σημερινή μέρα να ανατρέψει τα πάντα. Σαν λάβα ξέφυγε η φωτιά από τα ρουθούνια του που την έστειλε καταπάνω μου. Ακριβώς τη στιγμή που είχα χαλαρώσει. Έπρεπε να αντιδράσω άμεσα. Ήταν η τελευταία φορά που θα του το επέτρεπα. Δεν είχε άλλες δικαιολογίες. Προσπαθήσαμε για χρόνια να συνυπάρξουμε. Θα τον έδιωχνα ότι κι αν σήμαινε για μένα. 
Με κοίταξε στα μάτια, εκλιπαρώντας με. Αποζητούσε για άλλη μια φορά τη συγχώρεση. Με το βλέμμα μου του έδειξα ότι δεν είχε άλλη ευκαιρία. Μόνο ένα «γιατί;» ξέφυγε από τα χείλια μου.
Γύρισε και απομακρύνθηκε με το κεφάλι χαμηλωμένο. Τον άκουσα να μονολογεί.
«Κι εγώ έχω ένα δράκο μέσα μου».

1 σχόλιο: